Τσετσένοι

Τσετσένοι
οι, Ν
εθνολ. λαός τού Καυκάσου, η σημαντικότερη μετά τους Ρώσους εθνική ομάδα τού βόρειου Καυκάσου.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… …   Dictionary of Greek

  • Μόσχα — (ρωσ. Moskva). Πόλη (8.305.000 το 2000) και πρωτεύουσα της Ρωσικής Ομοσπονδίας, καθώς και της ομώνυμης επαρχίας (47.000 τ. χλμ.). Βρίσκεται χτισμένη σε μια λοφώδη περιοχή, σχεδόν στο γεωγραφικό κέντρο της Ευρωπαϊκής Ρωσίας, στις όχθες του ποταμού …   Dictionary of Greek

  • Τσετσένο-Ινγκούς — Αυτόνομη Δημοκρατία της Ρωσίας (1.277.000 κάτ., 19.300 τ. χλμ.). Ιδρύθηκε στις 5 Δεκεμβρίου 1936 με ένωση των αυτόνομων περιοχών των Τσετσένων και των Ινγκούς. Οι κάτοικοί της είναι κυρίως Τσετσένοι και Ινγκούς. Πρωτεύουσα είναι το Γκροζν… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”